1η ΕΒΔΟΜΑΔΑ

Πειράζει που μέχρι σήμερα βρίσκω βαρετό τον χαρταετό;

Γράφει ο Κώστας Χρήστου

Ήμουν-δεν ήμουν 10 ετών όταν για πρώτη φορά κράτησα την καλούμπα του χαρταετού στα χέρια μου. Δεν είμαι από εκείνους που έχουν παράπονο ότι δεν τους έμαθε ή δεν ασχολήθηκε ο πατέρας τους. Απεναντίας. Ο πατέρας μου είχε αγοράσει χαρταετό πριν το ζητήσω. Είχε κανονίσει και ολόκληρο road trip μέχρι το Σούνιο για να τον πετάξουμε και μετά φαγητό. Πρέπει να είναι η πρώτη καθαρή ανάμνηση που έχω από Κούλουμα και Καθαρά Δευτέρα. Αρκετά ξεκάθαρη τουλάχιστον για να θυμάμαι αυτό: το πέταγμα του χαρταετού, είναι ό,τι πιο βαρετό έχω κάνει ποτέ στη ζωή μου.


Έχεις κάτσει να σκεφτείς πόσα πράγματα μπορεί να κάτσει και να κάνει ένα παιδί στην ύπαιθρο; Ποδήλατο. Ψάρεμα με τον πατέρα του. Μπάλα. Όχι αλήθεια, η μπάλα με τα άλλα παιδιά, είναι κάτι που μπορεί να κρατήσει ολόκληρη την ημέρα. Και όλα αυτά πρέπει να μπουν στην άκρη για τον χαρταετό; Αλήθεια; Θυμάμαι το χαμόγελο του πατέρα μου ενώ ανέβαινε ο χαρταετός. «Ωραία δεν είναι τώρα που ανέβηκε;». Ωραία ρε μπαμπά. Τα καταφέραμε. Μπράβο. Γιούπι. Ζήτω. Και τώρα; «Τώρα αφήνουμε όσο σχοινί πρέπει ή τραβάμε όσο πρέπει για να μην πέσει». Σοβαρά τώρα; Όλη την υπόλοιπη ημέρα δηλαδή, έχουμε να κάνουμε ντάντεμα σε έναν χαρταετό; Μην με παρεξηγείτε, ξέρω ότι ο χαρταετός είναι ένα κομμάτι της κουλτούρας και μοναδικό έθιμο. Αλλά πειράζει που δεν βρίσκω τίποτα το συνταρακτικό σε αυτό; «Μα ο Βενιαμίν Φραγκλίνος ανακάλυψε έτσι τον ηλεκτρισμό της ατμόσφαιρας». Είναι ΠΑΡΑ πολύ ενδιαφέρον, αλλά αν ήμασταν στο 1752. Δεν είμαστε. Είμαστε στο 2019.

Είναι Καθαρά Δευτέρα, δεν έχεις σχολείο, μπορείς να κάνεις εκατό πράγματα με τους φίλους σου, αλλά πρέπει να μανατζάρεις έναν χαρταετό; Δηλαδή και άμα πέσει τι έγινε; Εγώ πάντως μπάλα ήθελα να παίξω. Ο πατέρας μου είχε πάθει ψύχωση. Κάθε φορά πεταγόταν από την καρεκλίτσα σαν να έχει γίνει πυρηνικός πόλεμος και φώναζε. «Όπα όπα έκανε κοιλιά!». Ήθελα να του πω ότι και εκείνος έχει κάνει κοιλιά αλλά δεν ασχολείται όταν του το λέει η μάνα μου. Ποιος να το πίστευε. Ότι θα αφιερώναμε μία ημέρα σε έναν χαρταετό. Σε κάποια φάση ήρθε ένα παιδάκι με τη μαμά του. «Τα παιδιά ψάχνουν έναν ακόμη για ποδόσφαιρο. Θέλει να έρθει ο γιος σας». Ο πατέρας μου συμφώνησε αλλά έδεσε την καλούμπα σε μία μεγάλη πέτρα και με προειδοποίησε να έχω το νου μου στον χαρταετό. Ότι δηλαδή θα ζητούσα από τον αντίπαλο επιθετικό να περιμένει δύο λεπτάκια για να τσεκάρω αν έχει κάνει κοιλιά ο χαρταετός. Δεν είμαστε καλά. Μία ώρα έπαιζα μπάλα και τον έβλεπα από μακριά να μου κάνει νόημα. Που να φυσήξει κανά τσουνάμι να τους πάρει όλους σβάρνα. Δεν το θέλω ρε παιδί μου. Δεν μ’ αρέσει! Μπορεί κάποτε να είχες χαρταετό και να ήσουν ο Τζέιμς Μποντ της γειτονιάς. Ε δεν νομίζω πως καιγόταν και κανείς. Αλλιώς θα πετούσαμε κάθε μέρα χαρταετό. Μέχρι και σήμερα γεμίζουν οι κάδοι με δαύτους την επόμενη ημέρα.

Σε κάποια φάση που πραγματικά έστρεψα το κεφάλι μου στον ουρανό, δεν μπορούσα να ξεχωρίσω τον δικό μας. Έψαχνα και δεν έβλεπα τίποτα. Ρε μπας και μπερδεύτηκα; Μπας και έβγαλε φτερά και πέταξε να γλιτώσω και εγώ; Με τούτα και με εκείνα, τον εντοπίζω σε ένα δέντρο. Δεν είχε πέσει απλά, είχε γίνει χίλια κομμάτια. Και στεναχωρήθηκα ρε παιδιά, γιατί το πρώτο πράγμα που σκεφτόμουν ήταν το απογοητευμένο μούτρο του πατέρα μου. Οι πιτσιρικάδες ήδη απορούσαν γιατί σηκώθηκα και έφυγα, ώσπου έφτασα στο δέντρο μάζεψα με τόση λύπη το απομεινάρι του χαρταετού. Δαγκώθηκα και πήγα να αντιμετωπίσω τις συνέπειες. Ήταν κάπου εκεί που τον εντόπισα στο ταβερνάκι, με πλατύ χαμόγελο και κόκκινο πρόσωπο από τα τσίπουρα.


«Μπαμπά μου έπεσε ο χαρταετός»
«Ε εντάξει άσε με τώρα…πες στη μάνα σου να στον φτιάξει».


Αλήθεια τώρα; Αλήθεια;